Κανείς δεν αντιμιλάει, κανείς.
Πάλι ξύπνησα με αυτό το χαρακτηριστικο κενό στο στομάχι. Δεν ξέρω τελικά αν είναι πείνα τούτο το περίεργο συναίσθημα που νιώθω ή μια γενικότερη στέρηση που εκτείνεται στο υπόλοιπο κορμί μου και σταδιακά με αγγίζει όπως η κρυάδα από το σβέρκο μέχρι τα νύχια. Πάει καιρός που βρίσκομαι σε αυτήν την ακαθόριστη κατάσταση, αγκαλιά με μπερδεμένες αισθήσεις και παραισθήσεις που πάνε κι έρχονται και ξαναπάνε. Τις περισσότερες φορές ξεχνιέμαι και προτιμώ να κάθομαι έτσι, στην κουλουριασμένη μου στάση με τις ώρες, τις μέρες, ίσως και τις εβδομάδες, σε μια προσπάθεια μήπως και καταφέρω να καταργήσω το χρόνο, άλλοτε το πετυχαίνω, άλλοτε όχι, άλλοτε ο χρόνος καταφέρνει και καταργεί εμένα. Συχνά μού είναι δύσκολο να καταλάβω αν πριν λίγο ξημέρωσε ή αν τώρα που άνοιξα τα κολλημένα μου μάτια είναι πρωί ή απόγευμα ή χαράματα ή μεσημέρι, εξάλλου με τα μονίμως κλειστά πατζούρια είναι καθαρά θέμα τύχης…
View original post 1,238 more words