Πρωί. Στις 8.00 το πρωί.Λίγο πριν κρατήσει τα σκουπίδια στο χέρι για να βγει στο δρόμο, κοίταξε την πόρτα που κλείνει. Ψαχούλεψε το κλειδί στην τσέπη του παντελονιού, έσβησε το φως και άρχισε να μονολογεί ως τον κάδο των σκουπιδιών. Με μια γενναία κίνηση προσπέρασε το δρόμο χωρίς να κοιτάξει γύρω και άρχισε να κατηφορίζει προς τη λεωφόρο. Δεν υπήρχε κανένα αόρατο νήμα που να συνδέει αυτές τις τυπικά επαναλαμβανόμενες καθημερινές πράξεις. Αν και κάποιος θα ξέρει πως το φανάρι, όταν είναι κόκκινο, δεν επιτρέπεται να διασχίσεις ένα δρόμο, εκείνος κοίταξε το μαύρο του παπούτσι που δεν είχε σκουπιστεί καλά με τη βούρτσα και συνέχισε το δρόμο του προς τη στάση του λεωφορείου. Όταν η ώρα ήταν και δεν ήταν αυτή που έπρεπε για να φτάσει έγκαιρα στον προορισμό του, στάθηκε κάτω από το μπαλκόνι της πολυκατοικίας και περίμενε. Υπήρχε φασαρία, αυτή που συνηθίζεις και δεν σου κάνει κόπος να…
View original post 738 more words