Έτσι σ’ αγαπώ,
γιατί έχεις ένα φτερό
φωτιάς στο δεξί φρύδι
και το ανάβεις τα βράδια
στα σκοτάδια να βλέπω.
Εσύ θρυμματίζεις
το φεγγάρι όταν πεινώ,
και όταν διψώ
κόβεις τα δάχτυλά σου.
Από τα βλέφαρά σου
βρίσκει ρίζες ο δρυμός
και το φως προεκτάσεις.
.
.
Κάθε που η καρδιά σου
χτυπά στην κοιλιά μου,
ανοίγουν κουκούλια
οι σπόροι του κόσμου,
και ριζώνεται μέσα μου
το άπειρο.
Ίσως φταίει το φεγγάρι
που μακραίνει ράμφος
και τσιμπάει την έλλειψη.
Ας περνά ο καιρός
περιμένω στηριγμένη
με την ακοή στους ωκεανούς
ως να με επεκτείνει
το σχήμα σου στην άβυσσο.
.
.
Άκου, έχω δεμένα
τα πουλιά στα δάχτυλα,
εκείνα που ραμφίζουν
στη γλώσσα τα ψηφία
της λάμψης.
Τα λύνω να σε βρουν
και από την ουρά τραβώ
θαλασσινές βιολέτες.
ως να ανθίσει η αγάπη
πελώριο λουλούδι.
Ως να μεγαλώσει η όραση
στις σκιές,
ως να πέσουν των άστρων
τα ματόφυλλα.
View original post 4 more words