τη γέφυρα καθώς διέσχιζες
τρεις μαύρες γάτες είδες
και σε τρόμαξαν
μες τ’΄όνειρο
πρωί ‘που χρύσιζε το κόκκινο
‘ς τη γέφυρα του Γαλατά
το καλοκαίρι ‘που μας έφυγε
δώδεκα ‘μάτια, φίλε, είχε ο θάνατος
γαλήνης
και την οδό Φορμίωνος
μες τις παλάμες του
για σενα – νοτισμένες.