I
Βαθιά στ’ όνειρό σου κρέμεται το νέφος της βροχής
Οι καρποί της υπόσχεσης ωρίμασαν
Στο αράχνινο της παρουσίας σου υφάδι
Τ’ άστρα της νεκρανάστασης σαπίζουν
Σαν το ιερό κεφάλι της Αφροδίτης, το πανόμοιο δικό σου
Στη χλόη θα χορταριάσει, πάει καιρός
Που το φθινοπωριάτικο άγγιγμα το σκέπασε με πάχνη
Λήθη φτωχή κατοικία τυφλών
Κρατάω το κεφάλι σου με το κυρτό του μέτωπο
Όπου ο εγκέφαλός σου μες σε συνομιλίες από φωσφόρο
Μοιάζει σαν ένα ρόδο σαρκοφάγο
ΙΙ
Βάλε πάνω στ’ αυτί μου το ασημένιο κοχύλι του δικού σου αυτιού
Και μην πεις τίποτα: ακούω το κάθε τι που δεν ομολογείς
Κι ό,τι ποτέ δεν προαιστάνθηκες
Σκεπασμένη πυρκαγιά του πάθους
Μέσα σου βουΐζει ο μανιασμένος ωκεανός
Κραυγάζει μέσα σου ο Θεός με το σκοτεινό στόμα
Που είναι γεμάτο απειλή και κατηγόριες
‘Όταν στο πανηγύρι σου ένα κόκκινο βιολί ολολύζει
Φαντάζομαι πως εγώ σέρνω το δοξάρι
Όμως μονάχο τυ κραδαίνει το…
View original post 31 more words