Κάθονται μες στα σβησμένα ρούχα τους
Μ΄ ένα συντρίμμι άνεμο απλοχεριά της νύχτας
Κάθονται και κοιτάζουν
Ακουμπισμένη σε ένα ψηλό παράθυρο
Μαζεύοντας το κακό πυρετό
Π΄ ανθίζει όταν εκείνοι έχουν πια φύγει
Δίχως να επιστρέψουν ποτέ τον εαυτό τους
Να κατοικήσουν πάλι τα χέρια τους
Ίχνη πουλιών χαμένων σ΄ άλλους ουρανούς
*Από τη συλλογή “Μικρές μέρες” (1973)
**Το πήραμε από εδώ: https://www.cocosse-journal.org/2017/01/1973.html?spref=fb&fbclid=IwAR0ydB6lW-JeZ8P2c9qlbHC1dgTKzD6xaWdtQ5Nq0GfY_mA_XJW2-1DD1Tg